Πληρωμές με πέντε μήνες καθυστέρηση

Πληρωμές με πέντε μήνες καθυστέρησηΣχεδόν πέντε μήνες απαιτούνται για να εξοφληθούν οι επιχειρήσεις λόγω της βαθιάς ύφεσης στην ελληνική οικονομία που συμπληρώνει φέτος πέντε χρόνια. Παράλληλα, μειώθηκαν από το 2008 μέχρι και το 2011 τα ταμειακά διαθέσιμα των εταιρειών στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των πιστωτών τους και στην αγορά πρώτων υλών.
Στην έρευνα της Hellastat που περιλαμβάνει την αξιολόγηση 52.000 ισολογισμών επιχειρήσεων για την τελευταία δεκαετία 2002-2011 εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι αθροιστικές πωλήσεις από ένα δείγμα 15.000 επιχειρήσεων κάθε μεγέθους και δραστηριότητας
υποχώρησαν το 2011 κατά 4,66 δισ. ευρώ έναντι του 2010, ήτοι από 150 δισ. σε 145,4 δισ. (-3,1%), ενώ το σύνολο των απαιτήσεων μειώθηκε κατά 5 δισ. ευρώ, στα 41 δισ. (-10,9%). Λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο διάστημα πίστωσης στην οικονομία είναι οι 150 ημέρες, το εύλογο ποσό της μείωσης στις απαιτήσεις λόγω της υποχώρησης του τζίρου τοποθετείται στα 2-2,5 δισ. ευρώ, καθιστώντας φανερή τη βίαιη προσαρμογή των πιστώσεων στην αγορά. Αντίστοιχα, τα υπόλοιπα προς τους προμηθευτές περιορίστηκαν κατά -2,8 δισ. ευρώ, στα 27,6 δισ. (-9,2), εξέλιξη επίσης δυσανάλογη της υποχώρησης των πωλήσεων. Σύμφωνα με τον κ. Πάνο Μιχαλόπουλο, διευθύνοντα σύμβουλο της Hellastat, οι βασικοί δείκτες διαχείρισης του κεφαλαίου κίνησης, το διάστημα είσπραξης απαιτήσεων και εξόφλησης προμηθευτών, σταθεροποιούνται το 2011 στις 150 και 178 ημέρες αντίστοιχα.
Ωστόσο, το άνοιγμα στο κεφάλαιο κίνησης γίνεται αντιληπτό από την ενίσχυση του δείκτη γενικής ρευστότητας, καθώς απαιτήσεις, αποθέματα και διαθέσιμα είναι μεγαλύτερα κατά 1,55 φορές από τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (1,47 το 2010, 1,43 το 2008), αποκαλύπτοντας το σημαντικό κενό στη χρηματοδότηση της λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Επιπρόσθετα, η πραγματική ρευστότητα των επιχειρήσεων, δηλαδή τα ταμειακά διαθέσιμα, υποχωρεί διαχρονικά, όπως ενδεικτικά δείχνει ο δείκτης διαθεσίμων προς σύνολο ενεργητικού, στα 6,3% το 2011 από 7,2% το 2008 και 9,3% το 2002. Και πάλι, οι μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν σημαντικό μειονέκτημα όσον αφορά τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης, καθώς τα κυκλοφορούντα στοιχεία είναι κατά 1,74 φορές μεγαλύτερα των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, φανερώνοντας τη στήριξή τους σε ίδια κεφάλαια (ο δείκτης ξένων προς ίδια κεφάλαια είναι μόλις 0,44 προς 1, έναντι 0,52 προς 1 το 2010).
Διευκρινίζεται ότι οι μεγάλες αλλαγές στα αθροιστικά μεγέθη δεν επηρεάζονται ουσιωδώς από τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις και οργανισμούς που συμπεριλαμβάνονται στο δείγμα, και ότι οι μεταβολές αφορούν το ευρύ πλήθος των επιχειρήσεων.